αναδημοπρασία

αναδημοπρασία
η повторный аукцион

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Смотреть что такое "αναδημοπρασία" в других словарях:

  • αναδημοπρασία — η επανάληψη δημοπρασίας, η εκ νέου δημοπρασία. [ΕΤΥΜΟΛ. < ανα * + δημοπρασία. Η λ. μαρτυρείται από το 1840 στο Νομοτεχνικό Ιταλοελληνικό Λεξικό] …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»